Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

η ξαντική μηχανή

См. также в других словарях:

  • μαλλί — Κοινή ονομασία για το έριο, υφαντική ίνα η οποία λαμβάνεται κυρίως από το τρίχωμα του προβάτου, αλλά και άλλων μηρυκαστικών θηλαστικών όπως το μ. αλπακά, βικούνιας, λάμας, καμήλας, καθώς και το μ. μοχέρ (από την capra angorensis) και κασμίρ (από… …   Dictionary of Greek

  • ξαντικός — ή, ό (Α ξαντικός, ή, όν) [ξάντης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ξάνση, στο λανάρισμα 2. το θηλ. ως ουσ. η ξαντική η τέχνη τού λαναρίσματος νεοελλ. 1. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ξαντικά η αμοιβή τού ξάντη, η αμοιβή για το λανάρισμα 2. φρ.… …   Dictionary of Greek

  • βαμβάκι — Πρόκειται για την κοινή ονομασία με την οποία είναι γνωστά τα είδη του γένους γοσύπιο (gosypium) της οικογένειας των μαλαχιδών ή μαλβιδών, καθώς και οι κλωστικές ίνες που προέρχονται από τα σπέρματά τους (παλαιότερα λεγόταν επίσης βαμπάκι και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»